Γ. ΝΤΥΕΡ

Γ. ΝΤΥΕΡ
Θα ήθελα να ταξιδέψω όσο πιο μακριά μπορώ. Θα ήθελα να φτάσω τη χαρά που είναι στην ψυχή μου. Και ν΄αλλάξω τα σύνορα που ξέρω και να νιώσω τη σκέψη και το πνεύμα μου να ωριμάζουν. Θα ήθελα να ζήσω, να υπάρχω, ¨να είμαι". Και να ακούω τις αλήθειες μέσα μου.

Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου 2013

ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ, ΕΡΩΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ


Εαρινή Συμφωνία
(απόσπασμα)
I
Θ’ αφήσω/ τη λευκή χιονισμένη κορφή
που ζέσταινε μ’ ένα γυμνό χαμόγελο
την απέραντη μόνωσή μου.
Θα τινάξω από τους ώμους μου
τη χρυσή τέφρα των άστρων
καθώς τα σπουργίτια
τινάζουν το χιόνι/ απ’ τα φτερά τους.
Έτσι σεμνός ανθρώπινος ακέριος
έτσι πασίχαρος κι αθώος/ θα περάσω
κάτω απ’ τις ανθισμένες ακακίες
των χαδιών σου/ και θα ραμφίσω
το πάμφωτο τζάμι του έαρος.
Θα ‘μια το γλυκό παιδί
που χαμογελάει στα πράγματα
και στον εαυτό του
χωρίς δισταγμό και προφύλαξη.
Σα να μη να γνώρισα/ τα χλωμά μέτωπα
των χελιδονιάτικων δειλινών
τις λάμπες των άδειων σπιτιών
και τους μοναχικούς διαβάτες
κάτω απ’ τη σελήνη/ του Αυγούστου.

II
Είχα κλείσει τα μάτια
για να ατενίζω το φως.
Τυφλός./ Είχα κάψει τη φλόγα
για να αναπνέω.
…………………………………..
Κι ήρθες εσύ. […]

III
[…] Αγαπημένη
τι προετοιμάζεται για μας
μέσα στο βλέμμα των θεών
πίσω απ’ αυτή τη φωταψία;

IV
Βηματίζεις/ μέσα στα σκονισμένα δωμάτιά μου
μ’ ένα πλατύ ανοιξιάτικο φόρεμα
που ευωδιάζει πράσινα φύλλα
φρεσκοπλυμένο ουρανό/ και φτερά γλάρων
πάνω από θάλασσα πρωινή.
Μέσα στο βλέμμα σου ηχούν
κάτι μικρές φυσαρμόνικες
από κείνες που παίζουν
τα πολύ εύθυμα παιδιά
στις εαρινές εξοχές.

Χ
Αγάπη, αγάπη,
δε μού ‘χες φέρει εμένα
μήτ’ ένα ψίχουλο φωτός για να δειπνήσω.
Νήστης γυμνός και αδάκρυτος
περιφερόμουν στα όρη
και τ’ ανένδοτα μάτια μου στύλωνα
στους ουρανούς
γυρεύοντας την αμοιβή μου
απ’ τη σιωπή και το τραγούδι.
Τα τρυφερά λυκόφωτα
οι πράες καμπύλες των βουνών
και τα λαμπρά βράδια του θέρους
με ρωτούσανε που είσαι, ω αγάπη.
Μα εγώ δεν είχα τι ν’ αποκριθώ
κι έφευγα σιωπηλός
ρίχνοντας χάμω τη μορφή μου
για να καλύψω την ταπείνωσή μου.
Οι ωχρές αυγές
ακουμπούσαν στο περβάζι μου
το διάφανο πηγούνι τους
κάρφωναν στο πλατύ μου μέτωπο
τα μεγάλα γαλάζια τους μάτια
και με κοιτούσαν με πικρία
ζητώντας ν’ απολογηθώ.
Τι ν’ απαντήσω, αγάπη;
Και δρασκελούσα το κατώφλι
τίναζα τα κατάμαυρα μαλλιά μου μες στο φως
και τραγουδούσα πλατιά στους ανέμους
το τραγούδι του “αδέσμευτου”.
Πεισμωμένος χλωμός κι ακατάδεχτος
κοιτούσα τον κόσμο και κραύγαζα:
“Δεν έχω τίποτα
δικά μου είναι τα πάντα”.
Κι όμως μια παιδική φωνή
επίμονα έκλαιγε βαθιά μου
γιατί δεν είχες έλθει, αγάπη.
Τις νύχτες του έαρος
που η γύρη των άστρων
και των λουλουδιών
αγρυπνούσε στο δέρμα μου
μια λυπημένη ανταύγεια
σερνόταν στην απέραντη ψυχή μου
γιατί αργούσες νά ‘ρθεις, αγάπη.

Γι’ αυτό κι οι πιο λαμπροί μου στίχοι
είχαν κρυμμένο στην καρδιά τους
ενός λυγμού το τρεμοσάλεμα
γιατί έλειπες απ’ την καρδιά μου, αγάπη.
Όταν περιπλανιόμουν
στην ερημία του φθινοπώρου
στα γυμνά δάση
ζητώντας με σφιγμένα δάχτυλα
τον ήλιο που έφευγε χλωμός
πάνω απ’ τις παγωμένες λίμνες
εσένα ζητούσα, ω αγάπη.
Κι όταν ακόμη επέστρεφα
την όψη μου απ’ τη γη
και τρυπούσα με πύρινα βλέμματα
τα τείχη της νύχτας
ήταν γιατί δεν ήθελα να κλάψω
που δε με συλλογίστηκες, αγάπη.
Ζητώντας το θεό
ζητούσα εσένα.
Εσένα περιμένοντας
γέμισα τους κήπους μου
με λευκούς κρίνους
για να βυθίζεις τις κνήμες σου
αυτά τα βράδια τ’ αργυρά
που η σελήνη ραντίζει με δρόσο
τη φιλντισένια υψωμένη μορφή σου.
Για σένα, αγάπη, ετοίμασα τα πάντα
κι αν έμαθα να τραγουδώ τόσο γλυκά
ήταν γιατί στην ίδια τη φωνή μου
ζητούσα να ‘βρω τα ίχνη των βημάτων σου
ζητούσα να φιλήσω
μονάχα και τη σκόνη του ίσκιου σου
ω αγάπη.

XV
Άξιζε να υπάρξουμε για
να συναντηθούμε.
Το φιλί μας εσφράγισε
την αιώνια σιγή.
Δε μένει πια κενή
μήτε μια ρόδινη γωνία
των κυττάρων μας.
Τίποτ’ άλλο.
Τίποτ’ άλλο.
Να φύγουν οι σκιές και τα φώτα
απ’ το χλωρό μέτωπό σου.
Ρίξε στη φωτιά
τα ξερά δάφνινα στεφάνια
που ρυτιδώνουν το φέγγος
του ερωτικού κοιτώνα μας.
Τι προσθέσει ένα διάδημα
στο διάδημα
των φιλημένων μαλλιών μας;
Νυχτώνει.
Ένα θάμβος λευκό αιωρείται
πάνω απ’ το σύσκιο δάσος
- μια σειρά περιστέρια
- - τα επερχόμενα χάδια μας.
Συγχώρεσέ με, αγάπη,
που απόψε τραγουδώ
αυτές τις ασημένιες ώρες
που θα ‘πρεπε τα χέρια μου να υψώνω
στ’ αστέρια των μαλλιών σου.
Ρίχνω ένα ψίχουλο
στα πληγωμένα αηδόνια
που ‘χαν ταϊσει
κάποτε με φως
την πληγή μου.
XVI
Χαρ χαρά.
Δ
μς νοιάζει
τί θ
᾿ἀφήσει τ φιλί μας
μέσα στ
χρόνο κα στ τραγούδι.
γγίξαμε
τ
μέγα σκοπο
πο
δ ζητ τ σκοπό του.
Θες
πραγματοποιε
τν αυτό του
στ
φιλί μας.
Περήφανοι
κτελομε
τ
ν ντολ τοῦἀπείρου.
να μικρ παράθυρο
βλέπει τ
ν κόσμο.να σπουργίτι λέει
τ
ν ορανό.
Σώπα.
Στν κόγχη τν χειλιν μαςδρεύει τὸἀπόλυτο.
Σωπαίνουμε κι κομε
μ
ς στ γαλάζιο βράδι
τ
ν νάσα τς θάλασσας
καθ
ς τ στθος κοριτσιο ετυχισμένου
πο
δ μπορε ν χωρέσει
τ
ν ετυχία του.
να στρο πεσε.
Ε
δες;
Σιωπή.
Κλε
σε τ μάτια.

XXVII
………………………….
Άνοιξε τα παράθυρα
να δεις το σύμπαν ανθισμένο
μ’ όλες τις παπαρούνες του αίματός μας,
- να μάθεις να χαμογελάς.
Δε βλέπεις;
Καθώς απομακρύνεται η άνοιξη
πίσω της έρχεται η νέα μας άνοιξη.
Να τος ο ήλιος
πάνω απ’ τις μπρούτζινες πολιτείες
πάνω απ’ τους πράσινους αγρούς
μες την καρδιά μας.
Νιώθω στους ώμους
το βαθύ μυρμήγκιασμα
καθώς φυτρώνουν
όλο πιο νέα και πιο μεγάλα
τα φτερά μας.
Ύψωσε τα ματόκλαδα.
Αστράφτει ο κόσμος
έξω από τη λύπη σου
φως και αίμα
τραγούδι και σιωπή.
Καλοί μου άνθρωποι
πως μπορείτε
να σκύβετε ακόμη;
Πώς μπορείτε
να μη χαμογελάτε;
Ανοίχτε τα παράθυρα.
Νίβομαι στο φως
βγαίνω στον εξώστη
γυμνός
ν’ αναπνεύσω βαθιά
τον αιώνιο αγέρα
με τ’ αδρά μύρα
του νοτισμένου δάσους
με την αλμύρα
της απέραντης θάλασσας.
Αστράφτει ο κόσμος.
ακούραστος
Κοιτάχτε.
Γ. Ρίτσος, Ποιήματα, εκδ. Κέδρος 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου


Μάθηση χωρίς σκέψη είναι χαμένος κόπος. Σκέψη χωρίς μάθηση είναι κίνδυνος. Κομφούκιος
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Η ΧΑΡΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ

Αγαπητά παιδιά,

Σας γράφω αυτό το γράμμα για να σας πω δυο-τρία πραγματάκια που έμαθα και που με έκαναν εκστατικά ευτυχισμένη. Σήμερα είμαι πολύ μεγάλη σε ηλικία: να φανταστείτε ότι ήμουν δέκα χρονών τον περασμένο αιώνα! Λοιπόν ακούστε:

Μερικοί άνθρωποι γίνονται ευτυχισμένοι κάνοντας εκδρομές και παίζοντας παιχνίδια, ενώ άλλοι χαίρονται με αγκαλίτσες και φιλάκια, με χορούς και με τραγούδια. Υπάρχουν αρκετοί που τους αρέσουν τα ωραία αντικείμενα. Όλα αυτά είναι σούπερ. Ωστόσο, αν πάρω παράδειγμα τον εαυτό μου, τίποτα δεν μου αρέσει περισσότερο από το να διαβάζω βιβλία. Όχι επειδή είμαι σπασίκλας και φύτουλας και όλ’ αυτά, αν και μπορείς να το πεις κι αυτό. Τα βιβλία είναι σαν ταξίδια και σαν παιχνίδια: διαβάζοντας πετάμε με μεγάλες φτερούγες σε τόπους μακρινούς, εξερευνάμε τις ζωές άλλων ανθρώπων, νιώθουμε αγαπούλες, συγκινήσεις· μέσα στις σελίδες βρίσκουμε εμπειρίες που μοιάζουν με τις δικές μας, ή, ακόμα καλύτερα, δεν μοιάζουν με τις δικές μας - είναι πιο καταπληκτικές! Θυμάμαι πως όταν διάβασα την ιστορία του Ροβινσώνα Κρούσου ένιωσα ανακούφιση: αν ναυαγούσα σε έρημο νησί, όχι μόνο θα επιζούσα αλλά θα περνούσα τέλεια. Τα βιβλία καθησύχασαν τους φόβους μου: κατάλαβα ότι η ζωή είναι μια περιπέτεια κι ότι ποτέ δεν θα βαδίσω μόνη – τα βιβλία θα με συνοδεύουν σαν ζωντανά πλάσματα, θα με παρηγορούν και θα χαϊδεύουν την ψυχή μου. Τώρα που σας γράφω, θυμάμαι ότι συχνά η ψυχή μου ήταν ταραγμένη: είχα ένα σωρό προβλήματα στο σχολείο και στο σπίτι· ένιωθα αγωνία και, μια νύχτα, νομίζω πως είδα φάντασμα.

Όμως, θυμάμαι επίσης πως, όταν ήμουν παιδί σαν εσάς, η καλύτερη ώρα της μέρας ήταν όταν διάβαζα τα βιβλία που τότε ονομάζαμε «εξωσχολικά». Τα εξωσχολικά ήταν πιο αστεία και πιο συγκινητικά από τα σχολικά, πράγμα φυσικό εφόσον το βιβλίο της γραμματικής δεν είναι αστείο και συγκινητικό. Ωστόσο, αν είμαστε τυχεροί κι έχουμε συμπαθητικούς και γλυκούληδες δασκάλους, η γραμματική, η αριθμητική, η ιστορία, η φυσική είναι κι αυτές σχεδόν αριστούργημα.

Επιστρέφω όμως στα μυθιστορήματα, στα διηγήματα, στους μύθους. Η χαρά της ανάγνωσης ήταν, κάπου κάπου, στενοχώρια. Τι παράξενο ε; Μερικές φορές, οι ιστορίες ήταν λυπητερές, στα παραμύθια οι ήρωες περνούσαν τα πάνδεινα: ένα κοριτσάκι που πουλούσε σπίρτα πάγωσε μέσα στο χιόνι, ένα αγοράκι χάθηκε στο άγριο δάσος... Παρότι έκλαιγα γοερά, ήμουν ευχαριστημένη: ένιωθα «κάτι». Θέλω να πω, δεν μπορούμε να χαμογελάμε διαρκώς: οι άνθρωποι γίνονται σοφότεροι νιώθοντας, κάπου κάπου, λύπη, οίκτο, αγανάκτηση. Κυρίως όμως, γίνονται εκστατικά ευτυχισμένοι: δοκιμάστε να ζήσετε τη ζωή του αναγνώστη και θα με θυμηθείτε.

ΣΩΤΗ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ


Η Δήμητρα Μηλ. διαβάζει και σας προτείνει....ψάξε στην ομώνυμη ετικέτα παραπάνω στα ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ....

Η Δήμητρα Μηλ. διαβάζει και σας προτείνει....ψάξε στην ομώνυμη ετικέτα παραπάνω στα ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ....

ΕΚΕΒΙ

ΕΚΕΒΙ
Εθνικό Κέντρο Βιβλίου

Cute Finding NemoCute Finding Nemo

ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΟΤΟΚΑΣ

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ


Κ. ΚΑΒΑΦΗΣ

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ

ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ

Ν. ΠΕΝΤΖΙΚΗΣ

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ

Μ.ΚΑΡΑΓΑΤΣΗΣ

ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ

ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΡΥΣΤΙΑΝΗ

ΜΑΡΩ ΔΟΥΚΑ

ΒΙΒΛΙΟΠΡΟΤΑΣΕΙΣ...από τον Skipper

ΒΙΒΛΙΟΠΡΟΤΑΣΕΙΣ...από τον Skipper
τα 10 πιο αγαπημένα μου βιβλία που με ταξίδεψαν.....

να μην ξεχάσω να δανειστώ και να διαβάσω...

  • Ο Θεός των μικρών πραγμάτων, Arundhati Roy
  • Δυο φορές Έλληνας, Μένης Κουμανταρέας
  • Οδυσσέας, James Joyce
  • O μύθος του Σίσσυφου, Αλμπέρ Καμύ
  • Μεγάλες προσδοκίες
  • Ο θεός των μικρών πραγμάτων
  • Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας, Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές
  • Μικρά Αγγλία, Καρυστιάνη
  • Σιντάρτα, Έρμαν Έσσε
  • Έρως, θέρος, πόλεμος, Ευγενία Φακίνου
  • Το μονόγραμμα, Οδυσσέας Ελύτης
  • Τα ρω του έρωτα, ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ
  • 100 χρόνια μοναξιάς, Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές
  • Ο Αλχημιστής, Π. Κοέλο
  • Το όνομα του ρόδου, Ουμπέρτο Έκο
  • Ο κόσμος της σοφίας, Γκάαρντερ


Η γιορτή των ερωτευμένων πλησιάζει. Διαβάστε τα ερωτικά ποιήματα στην Ετικέτα "ΈΡΩΤΑΣ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ" και ψηφίστε το ερωτικό ποίημα που σας άρεσε περισσότερο(μπορείτε να επιλέξετε 1 ποιητή ή και περισσότερους)


ΣΟΦΟΚΛΗΣ

Ἔρως ἀνίκατε μάχαν, Ἔρως, ὃς ἐν κτήμασι πίπτεις, ὃς ἐν μαλακαῖς παρειαῖς νεάνιδος ἐννυχεύεις, φοιτᾷς δ’ ὑπερπόντιος ἐν τ’ ἀγρονόμοις αὐλαῖς· καὶ σ’ οὔτ’ ἀθανάτων φύξιμος οὐδεὶς οὔθ’ ἀμερίων σὲ γ’ ἀνθρώπων. Ὁ δ’ ἔχων μέμηνεν.

Ρ. Μ. ΡΙΛΚΕ

Βγάλε τα μάτια μου: μπορώ να σε δω
Κλείσε τ’ αυτιά μου: μπορώ να σε γρικήσω
Και χωρίς πόδια μπορώ σ’ εσε να ρθω ,
Και δίχως στόμα μπορώ να σ’ εξορκίσω.
Σπάσε τα μπράτσα μου: θα σε κρατά η καρδιά μου
Πνίξε μου την καρδιά, μα το μυαλό μου θα χτυπά.
Κι αν ρίξεις στο μυαλό μου τη φωτιά,

Θα σε κρατώ μες το αίμα μου κλεισμένον.


ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ

… για να γεννηθείς εσύ,
κι εγώ για να σε συναντήσω
γι’ αυτό έγινε ο κόσμος…




ΣΟΦΟΚΛΗΣ, Αντιγόνη, στ.523

" Οὔτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν. "

"Δε γεννήθηκα να μοιράζομαι το μίσος αλλά την αγάπη"